Το θέμα με τα «κόκκινα» δάνεια και τις καταχρηστικές πρακτικές των servicers έχει προκαλέσει ανησυχία και καταγγελίες, ειδικότερα καθώς οι πλειστηριασμοί αυξάνονται και πλήθος δανειοληπτών αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Δημοσιεύματα αναφέρουν ότι πολλοί πολίτες νιώθουν την απειλή της απώλειας της πρώτης τους κατοικίας, δεδομένου ότι η κυβέρνηση φαίνεται να υποστηρίζει τις τράπεζες και τα funds, ερμηνεύοντας τους κανόνες προς όφελος των πιστωτών.
Στην περίπτωση μιας δανειολήπτριας από τον Βόλο, που πήρε στεγαστικό δάνειο το 2006 από την Εμπορική Τράπεζα, τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα. Μετά την εθνική χρεοκοπία το 2010, η τράπεζα προχώρησε σε μονομερή αλλαγή του επιτοκίου, χωρίς ενημέρωση, και 14 μήνες αργότερα απαίτησε την υπογραφή νέας σύμβασης. Όταν η δανειολήπτρια αρνήθηκε, αντιμετώπισε σφοδρές απειλές, ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε με τη μεταβίβαση της τράπεζας στην Alpha Bank το 2013.
Παρά τις καταγγελίες της προς αρμόδιες αρχές, η υπόθεση της παρέμεινε χωρίς καμία επίλυση για 13 χρόνια. Με τη μεταβίβαση του δανείου στη Cepal το 2021, προσπάθησε ξανά να κερδίσει τα έγγραφα που χρειαζόταν, αλλά οι αρχές της προσέφεραν ελάχιστη βοήθεια. Το υπουργείο Ανάπτυξης, στην απάντησή του, εθελοτυφλούσε επικαλούμενο έλλειψη υποχρέωσης να απαντά σε μεμονωμένες καταγγελίες.
Όταν τελικά η Alpha Bank αναγνώρισε το λάθος της σχετικά με το επιτόκιο, δήλωσε πως αυτό οφειλόταν σε «αστοχία του συστήματος», χωρίς όμως να ασχοληθεί με τους εκβιασμούς που υπήρξαν όλα αυτά τα χρόνια. Αν και αναγνώρισε ότι οι οφειλές ήταν πολύ χαμηλότερες από τις απαιτήσεις που είχε θέσει, αρνήθηκε να προσφέρει τα στοιχεία του δανείου που θα δικαίωναν τη δανειολήπτρια στο δικαστήριο.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Cepal, ενώ στην αρχή πρόσφερε προτάσεις ρύθμισης, αμέσως μετά εξέδωσε νέα διαταγή πληρωμής και προγραμμάτισε πλειστηριασμό για την πρώτη κατοικία της δανειολήπτριας με σκοπό να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ήδη δύσκολη κατάσταση που βρίσκεται. Η αδυναμία προστασίας των δανειοληπτών εν μέσω όλων αυτών των καταχρηστικών πρακτικών και η έλλειψη πολιτικής βούλησης φαίνεται να καθιστούν το ζήτημα ακόμα πιο περίπλοκο.
Πηγή: documentonews.gr