Η Ελλάδα Στη Διαχείριση Δημοσίων Οικονομικών Μέσα Από Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2025-28

Την προηγούμενη εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης παρουσίασε το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2025-2028, το οποίο αποτυπώνει τον στρατηγικό προγραμματισμό της κυβέρνησης για τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών της χώρας τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Το σχέδιο αυτό στοχεύει στο να εξασφαλίσει τα ετήσια πλεονάσματα που απαιτούνται από τους δανειστές για τη μείωση του δημόσιου χρέους. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα αναλαμβάνει τη δέσμευση να καταγράφει κάθε χρόνο μέχρι το 2028 ένα πρωτογενές πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ, δηλαδή να ξοδεύει 2,5% του ΑΕΠ λιγότερο από ό,τι συγκεντρώνει μέσω φορολογικών εσόδων.

Το μεσοπρόθεσμο διάγραμμα αποδεικνύει ότι αποτελούσε ένα σχέδιο λιτότητας, με στόχο τη συμπίεση των κρατικών δαπανών μέσω αυστηρής οικονομικής διαχείρισης. Η βασική αρχή είναι ότι υπάρχει ένα όριο που απαγορεύει την αύξηση των πρωτογενών δαπανών από έτος σε έτος, με την Κομισιόν να ζητάει αυτό το όριο να παραμείνει στο 3%. Παρουσιάζοντας το σχέδιο στο υπουργικό συμβούλιο, ο Χατζηδάκης αναγνώρισε ότι πέτυχε να αυξήσει το ανώτατο όριο των πρωτογενών δαπανών σε 4%, κάτι που επιτρέπει αυξημένη κρατική δαπάνη κατά 4 δισ. ευρώ στην τετραετία.

Η αύξηση αυτή του ορίου θεωρητικά εξυπηρετεί μια λιγότερη αυστηρή πολιτική λιτότητας. Ωστόσο, ελλοχεύει ο κίνδυνος ότι τα επιπλέον κονδύλια θα διατεθούν κυρίως για εξοπλιστικά προγράμματα όπως οι φρεγάτες Belharra και τα αεροσκάφη Rafale, και για την κάλυψη των αυξημένων συνταξιοδοτικών δαπανών. Επιπλέον, τυχόν απομείναντα ποσά θα κατευθυνθούν σε μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, με αποτέλεσμα μια περιορισμένη δυνατότητα για κοινωνικά επιδόματα και ενίσχυση των δαπανών για τομείς όπως υγεία και παιδεία.

Ο χάρτης του χρέους είναι επίσης κομβικής σημασίας, καθώς το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα προβλέπει μείωση του χρέους κατά 28 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το 2028. Ωστόσο, κινδυνεύει να καταρριφθεί αν στη δημοσίευση του κρατικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις οδηγίες της Eurostat, ενσωματωθούν οι αναβαλλόμενοι τόκοι ύψους 84 δισ. ευρώ από το δεύτερο μνημόνιο, που ανέρχονται σε 13,6 δισ. ευρώ μέχρι το 2024. Αυτό θα μπορούσε να αυξήσει το δημόσιο χρέος στο 167,5% του ΑΕΠ το 2024.

Πηγή: documentonews.gr